[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Τα αποκηρυγμένα

Κ. Π. Καβάφης (1863-1933)
Επίλογος της εισαγωγής στην έκδοση των αποκηρυγμένων ποιημάτων (1886-1898) του Κ. Π. Καβάφη, Αθήνα, Ύψιλον / βιβλία, 1990:

[…]   Ψυχανάλυση στον Καβάφη δεν κάνω, ούτε και την παραδέχομαι στον Καβάφη. Λέω μόνο πως στα δέκα και παραπάνω χρόνια που γράφονται και δημοσιεύονται τα αποκηρυγμένα ποιήματα, τα κάθε λογής αποθαμένα του ποιητή (χωρίς να μιλάω μόνο για τους νεκρούς) δεν έχουν ακόμη ησυχάσει, δεν έχουνε συχωρεθεί – πάνε όμως σιγά σιγά να συχωρεθούν, έτσι ώστε αν είναι πολύ αποκηρυγμένο, για παράδειγμα, το Βακχικόν (1886), ίσως να είναι λιγότερο αποκηρυγμένοι οι Ταραντίνοι (1898). Κι εκείνο μάλιστα το στίχο «Δεν αποθνήσκουν οι θεοί. Η πίστις αποθνήσκει» (Μνήμη), θα έπρεπε ο ποιητής να μην τον αποκηρύξει καθόλου. Αυτό που μένει ως Καβάφης (ακριβέστερα ως 154 παραδεκτές διαδρομές του Καβάφη), είναι το κέρδος του τεχνίτη – βλέμμα και χέρι, τέχνη και μαστοριά που αποπλέουν απ’ την αφετηριακή οξύτητα της προβληματικής του προσωπικού βίου και στήνουν το εργαστήρι τους στην ιλαροτραγωδία του ιστορικού βίου. Ο αναγνώστης θα παρατηρήσει ότι, και έτσι ακόμη, η μια απογοήτευση διαδέχεται την άλλη, μα στο μεταξύ το μπακίρι της τέχνης έχει γυαλιστεί. Η τέχνη γενικεύει, καθαρίζει το λαιμό της, επεκτείνει τα μνημόσυνά της, αξιώνει εγωιστικά τον εαυτό της για τον εαυτό της. Πάνω απ’ τα αποθαμένα της, κοιτάζει πια τα συμφέροντά της: το πώς θ’ αγαπηθεί σήμερα χωρίς να χάσει, όσο αγάπησε χτες και έχασε. Νομίζω, εν παρόδω, ότι το ίδιο επιδιώκει κι ο Σολωμός, πέρα από οποιαδήποτε φιλολογική σύμπραξη που θέλουν να αποδείξουν οι φιλόλογοι, όταν ζητάει να υποτάξει πρώτα ο νους… Μα σ’ αυτό το σημείο δεν θα προχωρήσω. Τα 154 ποιήματα του Καβάφη είναι η τέχνη του, η ακριβή του τέχνη – και δεν χωρούν καμιά προγραμματική, εφαρμοσμένη ψυχολογία. Μα τα Αποκηρυγμένα ποιήματα ΕΙΝΑΙ, νομίζω, η ψυχολογία του (και η ψυχική του πάλη) – όσο λίγη κι αν είναι εκεί μέσα η τέχνη. Και για την ψυχολογία του ίσως και μόνο, που τον σκανδαλίζει όσο τον σκανδαλίζει η ψυχολογική σιωπή του Κάλβου, είναι που ζητάει ο Γιώργος Σεφέρης να γνωρίσουμε τα «αποκηρυγμένα» του Καβάφη. Μια έκκληση του τελειωμένου αναγνώστη στην ιστορία της γραφής, μια έκκληση μετακίνησης από τον «συντελεσμένο» ποιητή στον «δυνάμει» ποιητή. Ο ποιητής, είπε, δεν έχει πια να φοβηθεί τίποτε (εννοούσε μήπως τον κίνδυνο Θεοτοκά;). Φυσικά, δεν έχει τίποτε να φοβηθεί
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ. Δεν βρίσκεται εκεί.


2.4.90: «Νομίζω πως με παραδέχεσαι με μια ευγενική άρνηση». Κ.Μ.

Μάριος Μαρκίδης