[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Παρασκευή 14 Απριλίου 2017

Γραμματείς και πρεσβύτεροι αιώνες



Ιδού η μικροτάτη Παρασκευή πάλι
σε βαφή Μεγάλης βουτηγμένη.

Μετεφέρθης άρον άρον στην εντατική
εγκατάλειψή σου.
Θεράποντες ήχοι σημάντρων
μετράνε κάθε τόσο τον σφυγμό σου
ο θεϊκός αδύναμος και ο απτός σκιαγμένος
ντααααααν α ν α ν νταντόν οόν οόν

Μέτωπο αιμάτινο σου πλέκουν τ' ακανθώδη έθιμα
και επί τον ιματισμόν σου έβαλαν κλήρο
η νηστεία ο Μπαχ τα βαρελότα και η μέθοδος
να φτάνει με καρφιά στα άκρα του ο πόνος.

Τι κι αν εσχίσθη το καταπέτασμα των χαμομηλιών
τι κι αν χρωμάτων στρατιαί εξεπλήττοντο

σταύρωσον σταύρωσον αλαλάζουν
τα κρεοπωλεία οι ψησταριές κι οι φούρνοι.

Δε μ' άκουσες.
Αφησες ανύμφευτη την κόμη της Μαγδαληνής
και σπατάλησες το σπάνιο Νυμφίο άρωμά σου
για να κάνεις τεστ αληθείας στην αγάπη, στον πλησίον.
Σου φώναζα να τους αφήσεις όπως είναι

όπως τους παραλάβαμε από την υπαρξιακή παράδοση
όπως περιγράφτηκαν από στόμα σε στόμα
από πικρό ποτήριον σε πικρότερο. Δε γλίτωσε
σταυρώθηκε όποιος διανοήθηκε να τους επαληθεύσει.

Προσκυνώ το οικείον προσφιλές μου σφάλμα σου.
Εν συντριβή περιστρέφω τη σούβλα
αδημονώντας σε αμνέ μας.


Κική Δημουλά, «Γραμματείς και πρεσβύτεροι αιώνες»,
Ενός λεπτού μαζί, εκδόσεις Ίκαρος, 1998.

Παρασκευή 7 Απριλίου 2017

Η θάλασσα γίνεται κήπος


Τάσος Κόρφης (1929-1994). Πηγή: Λογοτεχνικό Ημερολόγιο εκδ. Γαβριηλίδης

Μικραίνει ο κόσμος κι η θάλασσα γίνεται κήπος.
Στερεύει το φως στις γυμνές αποβάθρες. Μ’ ασβέστη
σκεπάζουν τα δάκρυα. Σεντόνι λευκό χειρουργείου
σκεπάζει τ’ ανήσυχα χέρια.

Μικραίνει ο κόσμος μα εσύ, ματωμένη καρδιά μου, πολύκαρπο ρόδι,
και πάλι μαζί σου με πας ταξιδιώτη για ναυάγιο και πάλι
και πάλι σκιρτάς σαν πουλί μες στο χιόνι, σαν ελπίδα αιχμαλώτου.


Τάσος Κόρφης, «Η θάλασσα γίνεται κήπος», Εργόχειρα,
Αθήνα, εκδόσεις Πρόσπερος, 1977.

S/S Deserted Sea


Κατάμονο μια ολόκληρη ζωή να παραδέρνεις
σε λιμάνια, σε πέλαγα, σ’ ακρογιαλιές –τοπία της μνήμης–
ταξιδεύοντας με νηολόγιο άγνωστης, ανύπαρκτης  χώρας, με ξένη σημαία,
με όνομα μισοσβησμένο από τ’ αλάτι και τη σκουριά.
Και να μη θυμάσαι τους πλοιάρχους που γέρασαν στη γέφυρά σου,
τα κορμιά των ναυκλήρων σου, στιγματισμένα με φιγούρες ονείρων,
τη σπατάλη του πάθους σου στις άγονες γραμμές.

Κατάμονο μια ολόκληρη ζωή να ταξιδεύεις,
και τα σκυλόψαρα, κοπάδι, να σ’ ακολουθούν,
να σκίζουν τη θάλασσα, να γυροφέρνουν, ν’ αγρυπνούν
χτυπώντας μ’ ανυπονησία τα φτερά τους στην  πλώρη σου,
ακονίζοντας τα δόντια τους στους τροχούς των ελίκων σου,
περιμένοντας, ώρα με την ώρα, το σήμα κινδύνου.


Τάσος Κόρφης, «S/S Deserted Sea», Ημερολόγιο 2,
Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Διαγώνιος, 1964.

Κυριακή 2 Απριλίου 2017

Απόκριση στον Παλαμά



Γεώργιος Δροσίνης (1859-1951)

                                         ... Πώς αλλιώς
                        να σε πω; ο συνοδοιπόρος,
                        χαίρε...
                             ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Συνοδοιπόροι ναι, μαζί κινήσαμε
στης Τέχνης το γλυκοξημέρωμα — όμως,
με του καιρού το πέρασμα, χαράχτηκε
του καθενός μας χωριστός ο δρόμος:

Εσύ το Ωραίο μες στα μεγάλα ζήτησες
κι εγώ στα ταπεινά κι απορριμμένα,
και δούλεψες το μπρούντζο και το μάρμαρο
κι άφησες τον πηλό της γης σ’ εμένα.

Στις αλπικές χιονοκορφές ανέβηκες
και στάθηκα στις λιόφωτες ραχούλες·
αρχόντισσες και ρήγισσες οι Μούσες σου
κι εμένα ψαροπούλες και βοσκούλες.

Εσύ στης δάφνης τ’ ακροκλώναρα άπλωσες
κι εγώ σε κάθε χόρτο και βοτάνι·
στεφάνι έχεις φορέσει από δαφνόφυλλα
λίγο θυμάρι του βουνού μού φτάνει.


Γεώργιος Δροσίνης, «Απόκριση στον Παλαμά», Φευγάτα χελιδόνια (1911-1935),
Αθήνα, εκδόσεις Ι. Ν. Σιδέρης, 1936.