[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Κωνσταντίνος Σκόκος

   (1854-1929)


   ΕΙΔΥΛΛΙΟΝ ΑΝΔΡΟΓΥΝΟΥ

Σαν πρωτογνωριστήκανε,
τι ερωτικό καμίνι!
Μιλούσ’ εκείνος τρυφερά
και άκουεν εκείνη.

Και σαν αρραβωνιάστηκαν,
τι γλύκα η κάθε φράση!
Μιλούσ’ εκείνη κι άκουεν
εκείνος εν εκστάσει.

Μ’ αφότου παντρευτήκανε,
ω βάσανα κι ω πόνοι!
Μιλούνε και οι δυό μαζί
κι ακούνε οι γειτόνοι...


   ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ

   Ελευθερία

Ελευθερία για το Ρωμιό
θα πει, εάν δεν σφάλλω,
να μην ανέχεται ποτέ
κανένα πιο μεγάλο.

   Σε βαθύπλουτο φιλάργυρο

Τι άσχημα παίζει με σε
η τύχη η αστεία!
Σ’ εφόρτωσε ειρωνικά
ξένη περιουσία.

Την κουβαλείς για να την πας
σε άλλο νοικοκύρη
κι ούτε το χαμαλίκι σου
κερδίζεις, κακομοίρη!

   Εις γεύμα λογίων

Έλα Χριστέ και Παναγιά,
τι μέγα θαύμα που `ναι!
Να τρων μαζί οι λόγιοι
χωρίς να φαγωθούνε!

   Η Ακαδημία

Τι ησυχία ιερά!
Τι σιωπή, τι λήθη!
Θαρρείς υπό τους θόλους της
το πνεύμα απεκοιμήθη.

   Σε φτωχή κηδεία γιατρού   [και όχι μόνο]

Σαν πέθανε, δε βρέθηκαν
να τον ξεβγάλουν φίλοι.
Όλους ο αθεόφοβος
τους είχε ξαποστείλει.

   Σε γιατρό θρησκόληπτο

Πιστεύεις εις ανάστασιν
νεκρών; Αλίμονό σου,
Αν σηκωθούνε όλοι αυτοί
που πήρες στο λαιμό σου!

   Εις κακοπληρωτήν, χρεώστην της οδοντοστοιχίας του

Δε φταις εσύ, φταίει ο κουτός ο οδοντογιατρός,
που δυο μασέλες βερεσέ σου έβαλε να τρως.
Τώρα δε φτάνει που του τρως μαζί και τον παρά του,
παρ’ αγριεύεις τρίζοντας τα δόντια... τα δικά του!

   Εις θεατρικόν συγγραφέα

Μην ακούς τι φλυαρούνε.
Μήπως ξέρουνε τι λένε;
Γράφεις δράματα, γελούνε.
Γράφεις κωμωδίες, κλαίνε.

   Εις αδέξιαν πιανίστριαν

Τόσο πολύ χριστιανικά
πάνε τα δάκτυλά σου,
που δεν γνωρίζει η δεξιά
τι κάνει η αριστερά σου.

   Επιτύμβιο παντρεμένου

Εξήντα χρόνια έζησε
το όλον, ο καημένος!
Τα είκοσι, σαν άνθρωπος,
σαράντα, παντρεμένος.

   Κρείσσον σιγάν

Συχνά η σοφία είναι βουβή,
λες και δεν έχει χείλια·
μα η μωρία ακούεται
εδώ και δέκα μίλια.